- θυάδες
- θυάςattackfem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
HEROIS — una ex tribus sollennitatibus, nono quoque anno Delphis olim celebrari solitis. Plutarch. Quaest. Graec. Τῆς Η῾ρω̈ίδος τὰ πλεῖςτα μυθικὸν ἔχει λόγον, οἱ ἴσαϚιν αἱ Θυάδες: εν δὲ τὴν δρωμεν´ων φανεθῶς Σεμέλης ἄν τι ἀναγωγην` εἰκασειε. Heroidis pler … Hofmann J. Lexicon universale
θυιάς — θυάς και διάφ. γρφ. θυάς, άδος, ἡ (ΑΜ) [θύω (ΙΙ)] μσν. επίθεση, έφοδος, προσβολή αρχ. 1. γυναίκα μαινόμενη ή θεόπνευστη («μαινόμενα... οδύναις κεντροδαλήτισι θυιὰς Ἥρας», φρενοκρουσμένη από τους πόνους που τής προκαλούν τα κεντρίσματα τής Ήρας… … Dictionary of Greek
Θυιάδες — Μυθολογικά πρόσωπα. Αναφέρονται και ως Θυάδες, Θυίες και Θυστάδες. Σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν ιέρειες του Διονύσου, ανάλογες με τις Βάκχες και τις Μαινάδες. O Ησύχιος θεωρούσε ότι επρόκειτο για άλλη ονομασία των Βακχών, ενώ ο Παυσανίας τις… … Dictionary of Greek